Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἕως μέν ῥ

См. также в других словарях:

  • έως — Γένος πτηνών της οικογένειας των ψιττακιδών. Πρόκειται για μικρούς παπαγάλους με χρώμα πορτοκαλί ή ανοιχτό κόκκινο. Το ράμφος τους είναι γαμψό και μυτερό και το πάνω σαγόνι τους κινητό. Στα πόδια τους έχουν δύο δάχτυλα εμπρός και δύο πίσω και για …   Dictionary of Greek

  • ώρα — Στην αρχαία ελληνική, ώ. σήμαινε εποχή. Σήμερα, σημαίνει χρονική διάρκεια ίση με το ένα εικοστό τέταρτο του ημερονυχτίου και συνεκδοχικά την κατάλληλη στιγμή, τον καιρό, την ακμή. Η ώ. διαιρείται σε 60 πρώτα λεπτά και το κάθε λεπτό σε 60 δεύτερα… …   Dictionary of Greek

  • SIPHNOS — quae et Merope, teste Stephan. seu Meropia et Acis, teste Pliniô, l. 4. c. 14. Sifano Sophiano, insula maris Aegaei, una Cycladum, inter Melon ad Austrum, et Dolon ad Arctos. Siphnum (inquit vir magnus Phoen. col. l. 1. c. 14.) cetera miseram… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • προσεδρεύω — Α 1. κάθομαι, παραμένω κοντά σε κάποιον ή σε κάτι («πότερα κατ οἴκους ἢ προσεδρεύων πυρᾱ;», Ευρ.) 2. είμαι αφοσιωμένος σε κάποιον, τόν προσέχω («τῇ θεραπείᾳ τοῡ θεοῡ προσεδρεύειν», Ιώσ.) 3. βρίσκομαι στο πλευρό κάποιου, τόν φροντίζω 4. μένω… …   Dictionary of Greek

  • τιταίνω — ΜΑ (επικ. τ.) 1. κατευθύνω κάποιον ή κάτι προς κάπου («εἰς δύσιν ὄμμα τίταινε, πότε γλυκὺς ἕσπερος ἔλθοι», Νόνν.) 2. μέσ. τιταίνομαι α) εντείνω τις δυνάμεις μου, καταβάλλω μεγάλες προσπάθειες («αὐτὰρ ὅ γ ἄψ ὤσασθε τιταινόμενος», Ομ. Οδ.) β) (για… …   Dictionary of Greek

  • υποβασιλεύς — έως, ὁ, Μ βασιλιάς, δεύτερος μετά τον πρώτο, τον πραγματικό βασιλιά («ἔστιν ὁ μὲν πρῶτος βασιλεὺς τῷ ὄντι κατὰ τῶν παθῶν, ὀ δὲ δεύτερος ὑποβασιλεύς», Ευστ.) …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»